Η Έφη Νιχωρίτη, ηθοποιός και μέλος της συντονιστικής επιτροπής της δημοτικής κίνησης «ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ για το Μαρούσι», με αφορμή την πιθανή μετεγκατάσταση του καζίνο στην περιοχή του Αμαρουσίου, συγγράφει ένα κείμενο για τον υλισμό και την παρακμή της κοινωνίας.
Μια κοινωνία στο zero
Η παρακμή που βιώνουμε τα τελευταία πολλά χρόνια, έχει έντονη τη μυρωδιά του χρήματος. Αυτό το ανταλλακτικό εργαλείο, φαίνεται να είναι ο μόνος δρόμος για την απόκτηση υλικών αγαθών, για την αγορά χρόνου, για τη δημιουργία πρεστίζ, υπόστασης, για το χτίσιμο όλης μας της ύπαρξης.
Σε μια πλήρως «χρηματοποιημένη» κοινωνία, στην οποία σχεδόν όλα είναι εμπορεύματα ή υπηρεσίες, το χρήμα μετατρέπει την ποικιλομορφία του κόσμου σε ένα ενοποιημένο σύνολο, σε ένα μόνο πράγμα που είναι το μέτρο για όλα σχεδόν τα υπόλοιπα και ανταλλάσσεται με όλα σχεδόν τα υπόλοιπα.
Ό,τι και να θέλεις να δημιουργήσεις σε αυτόν τον κόσμο, ξεκινάς με μια επένδυση, με χρήματα. Και ύστερα, όταν τελειώσεις το έργο σου, είναι ώρα να το πουλήσεις. Όλα τα πράγματα προέρχονται από το χρήμα· όλα τα πράγματα επιστρέφουν στο χρήμα.
Ο καπιταλισμός έχει ήδη μεταλλάξει τον πολίτη σε καταναλωτή.
Δεν φτάνει όμως αυτό. Πρέπει να είναι και καλός καταναλωτής.
Για το νεοφιλελεύθερο χρηματοπιστωτικό σύστημα, καλός καταναλωτής ,είναι ο μοναχικός καταναλωτής.
Και ο μοναχικός καταναλωτής επιδιώκει το ατομικό του συμφέρον.
Ο τζόγος, είναι ένα σχεδόν πανανθρώπινο χαρακτηριστικό, που εμπνέει και μαγνητίζει, καθώς καλλιεργεί την ιδέα του εύκολου και γρήγορου πλουτισμού, αγγίζει ανθρώπινες αδυναμίες, τροφοδοτεί και συντηρεί την ελπίδα και την ιδέα της «επιπλέον ευκαιρίας», χωρίς κόπο και θυσία.
Σήμερα – περισσότερο από κάθε άλλη φορά – ο νεοφιλελευθερισμός χρησιμοποιεί αυτό το σύνθετο κοινωνικό-παθολογικό φαινόμενο προς όφελος εκείνων των ελάχιστων που συνθέτουν αυτό που ονομάζουμε «αγορές» συνθλίβοντας για μια ακόμη φορά τους πολίτες.
Ο «ιδιοφυής και λαμπερός» καπιταλισμός απελευθέρωσε σταδιακά τον τζόγο δημιουργώντας έτσι ένα ιδανικό ναρκωτικό εξαθλίωσης, διάσπασης και ύπνωσης των πολιτών, ενώ παράλληλα φρόντισε να εξασφαλίσει θεσμικά το τζόγο «των αγορών».
Έτσι κάθε φορά που χιλιάδες υπνωτισμένοι πολίτες θα εξαθλιώνουν τους εαυτούς τους και τις οικογένειές τους μπροστά στα περιστρεφόμενα φρουτάκια, ένας επενδυτής θα τζογάρει απερίσπαστος και εξασφαλισμένος από τα ίδια τα κράτη των πολιτών.
Όλα αυτά κάνουν κάτι παραπάνω από απεχθή την ιδέα της δημιουργίας ενός καζίνο μέσα στην καρδιά ενός προαστίου σαν το Μαρούσι.
Όχι μόνο για τις πολλαπλές επιπτώσεις στο περιβάλλον.
Όχι μόνο για τις αυξημένες πιθανότητες να εθιστούν στον τζόγο νέοι, αλλά και άλλοι άνθρωποι ευάλωτοι, μέσα στις συνθήκες της οικονομικής κρίσης που βιώνουμε.
Όχι μόνο για τον κίνδυνο να δημιουργηθεί το Μαρούσι των πλούσιων και των φτωχών.
Αλλά γιατί αυτό το σύμβολο της παρακμής και της ανούσιας χλιδής, αντιπροσωπεύει το κυνήγι μιας ατομικής υλικής επιτυχίας, αποκομμένης από τον έρωτα της ζωής και της γνώσης.
Είναι η βιομηχανία της κουλτούρας που μας έφερε εδώ που μας έφερε.
Που δεν χρειάζεται να κοπιάσεις για να την κατακτήσεις. Και εκείνο που δεν χρειάζεται να κοπιάσεις για να το κατακτήσεις, είναι βαθιά ψεύτικο, βαθιά απατηλό.
Οι άνθρωποι χρειάζονται χώρους για να σμίγουνε. Και να μοιράζονται τα οράματά τους.
Η θεοποίηση του υλισμού εξόρισε τα οράματα από τις κοινωνίες. Καιρός να επιστρέψουν.
Γήπεδα, θέατρα, συναυλιακοί χώροι, ακόμα και χώροι για πανηγύρια και γιορτές, είναι τα μέρη εκείνα που οι άνθρωποι ανταμώνουν και βιώνουν την ιερή τελετουργία της επικοινωνίας και που μπορούν να αναπλαισιώσουν όλη την κοινωνία ριζικά.
Γιατί ο άνθρωπος δεν «είναι» αλλά «γίνεται».
Δική μας είναι η επιλογή για το τι θέλουμε να γίνουμε.
Έφη Νιχωρίτη, ηθοποιός
μέλος της συντονιστικής επιτροπής της δημοτικής κίνησης
«ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ για το Μαρούσι»