Πρόκειται για το μοναδικό φυσικό δάσος στο Λεκανοπέδιο. Το Κτήμα Συγγρού, γνωστό και ως Άλσος Συγγρού, εκτείνεται σε μία περιοχή 950 στρεμμάτων στα σύνορα των δήμων της Κηφισιάς, του Αμαρουσίου και των Μελισσίων. Μια έκταση γης πλούσια σε πράσινο, ιστορία και πολιτισμό.
Το άλσος
Στο μεγαλύτερο μέρος του (περίπου 700 στρέμματα) το Κτήμα καλύπτεται από το Δάσος Συγγρού, με πλούσια χλωρίδα και πανίδα. Από τα υπόλοιπα 250 στρέμματα του Κτήματος, περίπου 200 είναι διαμορφωμένα για γεωργική χρήση ενώ την υπόλοιπη έκταση καταλαμβάνουν οι κτιριακές εγκαταστάσεις του Ινστιτούτου Γεωπονικών Επιστημών και της Εθνικής Σχολής Αναβρύτων (στην οποία είχε φοιτήσει και ο τέως βασιλιάς Κωνσταντίνος Β΄), καθώς και η διατηρητέα έπαυλη του Ανδρέα Συγγρού και ο, επίσης διατηρητέος, ναός του Αγίου Ανδρέα. Το παρεκκλήσιο του Αγίου Ανδρέα είναι ο μοναδικός ορθόδοξος γοτθικού ρυθμού ναός στην Ελλάδα. Κατασκευάστηκε με βάση τα σχέδια του Γερμανού αρχιτέκτονα Έρνεστου Τσίλλερ, μαθητή του Θεόφιλου Χάνσεν.
Εκτός από το ναό, οι επισκέπτες του άλσους μπορούν να θαυμάσουν από κοντά τον Πύργο Ανδρέα Συγγρού, μέσα στον οποίο βρίσκεται και το μουσείο μελισσοκομίας, τη Βοτανική Συλλογή Κάκτων και Παχυφύτων, το θεατράκι του δάσους, καθώς και δυο γραφικές λίμνες.
Ιστορία
Πρώτος ιδιοκτήτης του Κτήματος φέρεται ο Βρετανός αρχαιολόγος Stin, ο οποίος σκόπευε να πραγματοποιήσει σε αυτό ανασκαφές. Μετά το πέρας αυτών, ο Stin πώλησε το Κτήμα στον συμπατριώτη του και επίσης αρχαιολόγο, Will. Από τον τελευταίο το αγόρασε ο Ανδρέας Συγγρός πιθανότατα γύρω στο 1875, την ίδια δηλαδή περίοδο που παντρεύτηκε την Ιφιγένεια.
Ο Ανδρέας Συγγρός ήταν Έλληνας τραπεζίτης, πολιτικός και εθνικός ευεργέτης. Οι ιστορικοί τον χαρακτηρίζουν ως τον πιο ισχυρό άνδρας της εποχής του μετά το Βασιλιά Γεώργιο Α,΄ με αδιαμφισβήτητο φιλανθρωπικό έργο. Πολλοί τον έχουν κατηγορήσει ως συνυπεύθυνο της χρεωκοπίας της Ελλάδας το 1893, λόγω προσωπικών τραπεζικών συμφερόντων, αλλά ο ίδιος πραγματοποίησε σημαντικές δωρεές σε ευαγή ιδρύματα, ενώ με τη διαθήκη του κληροδότησε μεγάλο μέρος της περιουσίας του στο ελληνικό κράτος για την κατασκευή νοσοκομείων (Νοσοκομείο «Ανδρέας Συγγρός») και σχολείων και σε εθνικά ιδρύματα. Το φιλανθρωπικό του έργο συνέχισε η σύζυγός του, Ιφιγένεια Μαυροκορδάτου – Συγγρού, η οποία και δώρισε στο ελληνικό δημόσιο το Μέγαρο Ανδρέα Συγγρού και το Κτήμα Συγγρού.
Το Κτήμα αποτελούσε ουσιαστικά τον περιβάλλοντα χώρο της έπαυλης του Ανδρέα Συγγρού. Μετά το θάνατο του συζύγου της, η Ιφιγένεια Συγγρού θα ζήσει για περισσότερο από 20 χρόνια στη μεγαλοπρεπή έπαυλη του Κτήματος Συγγρού, μέχρι το θάνατό της το 1921. Βασική της φροντίδα υπήρξε η προσπάθεια για την ολοκλήρωση των οραμάτων τους. Με βάση τα οριζόμενα στη διαθήκη της Ιφιγένειας Συγγρού, το ομώνυμο Κτήμα κληροδοτήθηκε στην τότε Ελληνική Γεωργική Εταιρεία (σήμερα Ινστιτούτο Γεωπονικών Επιστημών), προκειμένου να ιδρυθεί σχολή κηπουρικής, πτηνοτροφίας, μελισσοκομίας, σηροτροφίας, και κτηνοτροφίας με αποστολή την εκπαίδευση «καλών γεωργών και κηπουρών».
Το 1988 η διαχείριση του Κτήματος πέρασε στο Ινστιτούτο Γεωπονικών Επιστημών, το οποίο αποτελεί μετεξέλιξη της Γεωργικής Εταιρείας Αθηνών και πλέον, ως νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου (ΝΠΔΔ), τελεί υπό τον έλεγχο και την εποπτεία του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.
Ίσως το πιο σημαντικό γεγονός στην πρόσφατη ιστορία του Κτήματος Συγγρού αποτελεί η μεγάλη πυρκαγιά που ξέσπασε το 1981 και είχε ως αποτέλεσμα να αποτεφρωθούν 407 στρέμματα δασικής έκτασης. Η ζημιά σταδιακά αποκαταστάθηκε, εν μέρει μέσω της φυσικής αναδάσωσης αλλά σε σημαντικό βαθμό και μέσω της συνδρομής των προσκόπων και πολλών εθελοντών.