Η Κατίνα Παξινού, η οποία έφυγε απ’τη ζωή σαν σήμερα πριν 45 χρόνια, υπήρξε η πρώτη Ελληνίδα ηθοποιός που κατάφερε να σταθεί στο Χόλιγουντ και να διακριθεί με το Όσκαρ για την ταινία του 1944 «Για ποιον χτυπάει η καμπάνα». Η κόρη αλευροβιομηχάνου μεγάλωσε για να γίνει ίσως η κορυφαία τραγωδός της Ελλάδας , ενώ διέπρεψε θεατρικά σε όλη την Ευρώπη και απέκτησε παγκόσμια φήμη και αναγνώριση.
Το όνομα Παξινού και ο μεγάλος έρωτας
Η Αικατερίνη Κωνσταντοπούλου, όπως ήταν το πατρικό της επώνυμο, παντρεύτηκε τον βιομήχανο Γιάννη Παξινό, με τον οποίο απέκτησε δύο κόρες, η μία εκ των οποίων πέθανε σε πολύ μικρή ηλικία από λευχαιμία. Ο ταραχώδης έρωτας της με τον Αλέξη Μινωτή, τον οποίο και συνάντησε στο καμαρίνι της Μαρίκας Κοτοπούλη στάθηκε αφορμή για να γυρίσει την πλάτη της στο λυρικό θέατρο και να κάνει την πρώτη της εμφάνιση στο θέατρο πρόζας ως μέλος του θιάσου της Μαρίκας Κοτοπούλη στο έργο του Ανρί Μπατάιγ “Γυμνή Γυναίκα”. Κάνει το δεύτερο γάμο της μαζί του το 1940. Θα μείνουν μαζί για τα επόμενα 40 χρόνια, κρατώντας όμως το επίθετο Παξινού για το υπόλοιπο της καλλιτεχνικής της πορείας.
Ο χαμός του παιδιού της
“Είμαι ένας άνθρωπος όπως όλοι. Έζησα. Έκανα παιδιά. Έθαψα παιδιά. Και πόνεσα θάβοντας αυτά τα παιδιά” είπε κάποτε σχολιάζοντας το χαμό της κόρης της Έθελ από λευχαιμία.
Ναυαγός για τρεις ημέρες
Η Κατίνα Παξινού είχε ήδη αποκτήσει διεθνή φήμη και ερμήνευε τους “Βρικόλακες” του Ίψεν στο Λονδίνο, κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου. Οι βομβαρδισμοί τη βρίσκουν μόνη και αποκλεισμένη από τους ανθρώπους της στη βρετανική πρωτεύουσα. Η Μαρίνα, δούκισσα του Κεντ, τη φυγαδεύει με στρατιωτικό πλοίο για την Αμερική, όμως το πλοίο τορπιλίζεται. Ναυαγός για τρεις ημέρες η Παξινού περισυλλέγεται από αντιτορπιλικό πλοίο και καταφέρνει να πατήσει στο έδαφος της Αμερικής.
Το Όσκαρ και η άρνηση για δοκιμαστικό
Το έργο που την επέβαλε σε διεθνή κλίμακα και που της χάρισε το 1943 το Όσκαρ Β’ Γυναικείου Ρόλου ήταν το «Για ποιον χτυπά η καμπάνα», με τη συγκλονιστική της ερμηνεία στο ρόλο της φλογερής πατριώτισσας της Ισπανίας, Πιλάρ. Όταν της πρότειναν τον ρόλο η απίθανη Παξινού είπε: «Είμαι ίδια. Αλλά δοκιμαστικό δεν κάνω (…) Κατάγομαι από γενιές ανταρτών. Η γιαγιά μου έμαθε το αλφάβητο από έναν οπλαρχηγό των ανταρτών σε μια σπηλιά. Την ξέρω την Πιλάρ. Την ξέρω καλά…». Παραλαμβάνοντας το βραβείο, είχε πει: «Το δέχομαι για λογαριασμό όλων των συναδέλφων μου, του Εθνικού θεάτρου, ζωντανών ή νεκρών», χωρίς να μπορεί να γνωρίζει ποιοι είχαν επιβιώσει και ποιοι όχι του πολέμου.
Η ιδιαιτερότητά της στα γυρίσματα
Μάλιστα, έχει μείνει στην ιστορία το γεγονός ότι ζήτησε από τον σκηνοθέτη να χρησιμοποιήσει τρεις κάμερες ταυτόχρονα προκειμένου η ερμηνεία της να κινηματογραφηθεί ολοκληρωμένη, χωρίς διαλείμματα. «Είμαι ηθοποιός του θεάτρου, παίζω το ρόλο εξελικτικά και σε συνέχεια χρόνου. Το σπάσιμο σε μικρά, ανεξάρτητα κινηματογραφικά πλάνα με αποδιοργανώνει» έλεγε η ίδια. Το γύρισμα τελικά ήταν μοναδικό. Ηθοποιοί και τεχνικοί σταμάτησαν ό,τι έκαναν για να τη χειροκροτήσουν.
Ο τελευταίος ρόλος
Το 1971 ερμηνεύει τον τελευταίο της ρόλο, τη “Μάνα Koυράγιο” του Μπρεχτ αν και οι πόνοι από τη μάχη της με τον καρκίνο προσπαθούν να ρίξουν την αυλαία πριν από την ώρα της. Για την παράσταση έβγαινε κάθε βράδυ στη σκηνή σέρνοντας ένα ολόκληρο και βαρύ κάρο. Το κοινό την αποθέωνε, αλλά στο καμαρίνι την περίμεναν δύο νοσοκόμες. Το καλοκαίρι του 1972, η Kατίνα Παξινού εμφανίζεται, για τελευταία φορά, στο θέατρο της Επιδαύρου, όχι ως ηθοποιός, πράγμα που δεν εμπόδισε το κοινό να υποκλιθεί χειροκροτώντας όρθιο την ιέρεια της Τέχνης, η οποία «έφυγε», μετά από πολυετή μάχη με τον καρκίνο, στις 22 Φεβρουαρίου 1973.