Τσικνοπέμπτη σήμερα και για τους περισσότερους (για να μη ξεχνάμε και τους φίλους χορτοφάγους) μια καλή αφορμή για φαγοπότι και κατανάλωση κρεατομεζέδων. Ένα έθιμο οι ρίζες του οποίου χάνονται στην ιστορία, χωρίς να μπορούμε με βεβαιότητα να διευκρινίσουμε την απαρχή του. Ας ρίξουμε όμως μια ματιά στην ιστορία που ξέρουμε και τα ποικίλα έθιμα που τη συνοδεύουν ανά τη χώρα.
Η Πέμπτη της δεύτερης εβδομάδας του Τριωδίου (Κρεατινής) λοιπόν ονομάζεται Τσικνοπέμπτη, επειδή την ημέρα αυτή όλα τα σπίτια ψήνουν κρέας ή λιώνουν το λίπος από τα χοιρινά και ο μυρωδάτος καπνός (τσίκνα) είναι διάχυτος παντού. Από αυτή την τσίκνα, λοιπόν, έχει πάρει και το όνομά της η Πέμπτη και λέγεται Τσικνοπέμπτη.
Εικάζεται, ότι το έθιμο προέρχεται από τις βακχικές γιορτές των αρχαίων Ελλήνων και Ρωμαίων, που επιβίωσαν του Χριστιανισμού. Σύμφωνα με τον λαογράφο Δημήτριο Λουκάτο, το φαγοπότι και το γλέντι της ημέρας είναι «ομοιοπαθητικές προσπάθειες για την ευφορία της γης».
Την Τσικνοπέμπτη ξεκινούν ουσιαστικά οι εκδηλώσεις της Αποκριάς, οι οποίες κορυφώνονται με τα Κούλουμα την Καθαρά Δευτέρα. Παρόμοιες γιορτές με την Τσικνοπέμπτη έχουν ακόμα οι Γερμανοί, την Schmutziger Donnerstag (Λιπαρή Πέμπτη) και οι Γάλλοι, την «Mardi Gras», δηλαδή τη «Λιπαρή Τρίτη», η οποία γιορτάζεται με ιδιαίτερη χλιδή και σε παλιές γαλλόφωνες περιοχές, όπως είναι η Νέα Ορλεάνη.
Για τους Ελληνορθόδοξους, η Τσικνοπέμπτη προμηνύει την έναρξη της Σαρακοστής και μας προετοιμάζει για τη σαρανταήμερη περίοδο νηστείας πριν από το Πάσχα.
Η Τσικνοπέμπτη ανά την Ελλάδα
Σε όλη την περιφέρεια της Πελοποννήσου, την Τσικνοπέμπτη σφάζουν χοιρινά από τα οποία φτιάχνουν διάφορα άλλα τρόφιμα, μεταξύ των οποίων πηχτή, τσιγαρίδες, λουκάνικα, γουρναλοιφή και παστό.
Στις Σέρρες πάλι, το έθιμο της Τσικνοπέμπτης επιβάλλει μεγάλες φωτιές, στις οποίες, αφού ψήσουν το κρέας, οι πιο τολμηροί πηδούν ανάμεσα από τις φλόγες. Τα «προξενιά» έρχονται στο τέλος, όπου κάποιος αναλαμβάνει να αναμείξει τα κάρβουνα με ένα ξύλο.
Λίγο πιο ψηλά, στην Κομοτηνή, πρωταγωνιστής είναι μία κότα, την οποία οι νοικοκυρές σχεδόν καίνε (καψαλίζουν στην ουσία) για να τη φάει η οικογένεια την Κυριακή της Αποκριάς. Η παράδοση μάλιστα αναφέρει, ότι την Τσικνοπέμπτη τα αρραβωνιασμένα ζευγάρια πρέπει να ανταλλάξουν φαγώσιμα δώρα. Ο άντρας πρέπει να στείλει τον «κούρκο», δηλαδή μία κότα και η γυναίκα μπακλαβά και μια κότα γεμιστή.
Στην Πάτρα από την άλλη, υπάρχει το έθιμο της Κουλούρας, που έχει να κάνει με τον γάμο. Η «ιστορία» αναφέρει, ότι η Γιαννούλα η Κουλουρού, θεωρούσε, ότι Ναύαρχος Ουίλσων ήταν τόσο τρελά ερωτευμένος μαζί της, που είχε σκοπό να την παντρευτεί. Έτσι, εκείνη ντύνεται νύφη και κατεβαίνει στο λιμάνι να τον υποδεχτεί με τη συνοδεία των συμπατριωτών της, οι οποίο διασκεδάζουν και χορεύουν.
Τα «Κορφιάτικα Πετεγολέτσια» ή αλλιώς «Κουτσομπολιά» ή «Πέτε Γόλια» είναι μία παράδοση της Τσικνοπέμπτης, που ανήκει στην παλιά πόλη της Κέρκυρας. Η πετεγολέτσα ή πετεγουλιό, σύμφωνα με τους ντόπιους, είναι η προσφιλής, σε πολλούς, συνήθεια του κουτσομπολιού. Στην Κέρκυρα βέβαια, παραδοσιακά πραγματοποιείται με δόξα και καμάρι στην Πιάτσα της πόλης της Κέρκυρας, την Τσικνοπέμπτη το βράδυ. Στην ουσία, στήνεται κάτι σαν «θεατρικό», όπου οι ντόπιοι υποδύονται τους κουτσομπόληδες με σπαρταριστικές ιστορίες.
Στο χωριό Κλήμα της Σκοπέλου, οι κάτοικοι αφού φάνε και τραγουδήσουν στα σπίτια τους, βγαίνουν στις γειτονιές και χορεύοντας συγκεντρώνονται στο Πεύκο όπου και συνεχίζουν το γλέντι μέχρι το πρωί.